- είμαι
- είσαι, είναι, είμαστε, είστε, είναι, μτχ. όντας, πρτ. ήμουν, ήσουν, ήταν, ήμαστε, ήσαστε, ήταν (οι άλλοι χρόνοι αναπληρώνονται από τα ρ. υπάρχω, γίνομαι)· όταν η προηγούμενη λέξη είναι οξύτονη φωνηεντόληκτη, συχνά οι τύποι του ενεστ. και του πρτ. εγκλίνουν τον τόνο τους (γίνονται εγκλιτικές λέξεις), οπότε γίνεται αφαίρεση της αρχικής τους συλλαβής ή εκφέρονται σε συνίζηση μαζί με το φωνήεν της προηγούμενης λέξης: Εγώ 'μαι ή εγώ είμαι. – Να 'μουν ή να ήμουν κτλ.Α.ως συνδετικό το είμαι:1. μεταβιβάζει στο υποκείμενο την ιδιότητα του κατηγορουμένου: Ο ήλιος είναι φωτεινός.2. σε περίφραση με τη μτχ. παθ. πρκ. (είμαι κερδισμένος, θα είμαι φτασμένος κτλ.) φανερώνει μονιμότερη διάρκεια με εντονότερη απόχρωση από όση η αντίστοιχη περίφραση που σχηματίζεται με τους τύπους του βοηθητικού έχω (έχω κερδίσει, θα έχω φτάσει κτλ.).Β.ως υπαρκτικό το είμαι σημαίνει:1. υπάρχω, βρίσκομαι στη ζωή, έχω υπόσταση: Ο Θεός να δώσει να είμαστε και του χρόνου.2. είμαι παρών, παραβρίσκομαι: Ήμουν στο ματς.3. υπάρχω με μια ιδιότητα, βρίσκομαι σε ορισμένη κατάσταση: Ήταν υπουργός.4. έχω την τάδε διάθεση: Ήμαστε στο κέφι. – Είναι θυμωμένος.5. (με τοπ. επίρρ. ή προσδιορισμό), βρίσκομαι, περνώ τον καιρό μου ή τη ζωή μου: Είναι περίπατο. – Ήμουν στη Γερμανία.6. (με την πρόθ. από), κατάγομαι, προέρχομαι: Η Μαρία είναι από τη Χαλκίδα. – Τα μήλα είναι από τις Σέρρες.7. (με την πρόθ. με), είμαι με το μέρος κάποιου, έχω τις ίδιες ιδέες με κάποιον: Ήταν με τους Γερμανούς στην Κατοχή. – Είναι με τον Παπανδρέου.8. (με την πρόθ. για), προορίζομαι ή ετοιμάζομαι για κάπου, σκοπεύω να πάω κάπου: Αυτό το δώρο είναι για σένα. – Είμαι για την Εύβοια.9. είμαι κατάλληλος, άξιος για κάτι: Είσαι για φίλημα. – Είναι για πνίξιμο.10. (με γεν. κτητ.), ανήκω σε κάποιον: Το βιβλίο είναι του φίλου μου.Γ.ως τριτοπρόσωπο (είναι, ήταν) με το να σημαίνει:1. πρόκειται: Είναι να ταξιδέψουμε.2. είναι μοιραίο, είναι πεπρωμένο: Ήταν να σπάσει κι έσπασε.3. είναι πρέπον, είναι σωστό, υπάρχει λόγος, είναι ανάγκη, αξίζει: Δεν είναι να πληρώσεις τίποτε γι' αυτό το ασήμαντο. – Είναι να τραβάει κανείς τα μαλλιά του.4. (χωρίς το να) γίνεται, συμβαίνει: Τι είναι;5. τυχαίνει να υπάρχει, υπάρχει: Φέτος είναι καλή χρονιά. – Είναι κοσμοπλημμύρα.6. (με λέξη ή περίφραση που δηλώνει χρόνο) πέρασε (ή πέρασαν): Είναι τρία χρόνια που λείπει.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.